Διοργανώτρια Αρχή: Δήμος Κορίνθου
Αρχιτεκτονική μελέτη:
Γιάννης Παναγιώτου Msc, PGDip, PhD Candidate
Βασιλεία Μηλιώνη Dipl. Eng.
Αναστάσιος Μπαλατσούκας Dipl. Eng. / MSc
Χριστίνα Τσαρτσαράκη Dipl. Eng.
Αρχιτέκτων τοπίου: Κέλλυ Παπαϊωάννου
Τοποθεσία: Καλαμιά Κορίνθου, Κόρινθος, Ελλάδα
ΈΤΟΣ: 2025
Η πρόταση ανάπλασης του παραλιακού μετώπου στα Καλάμια βασίζεται στην αρχή της ενοποίησης και της αποκατάστασης της σχέσης πόλης και θάλασσας. Κεντρική ιδέα είναι η διάσπαση της ευθείας, απρόσιτης σημερινής ακτογραμμής, με τη δημιουργία ενός ρέοντος, καμπύλου άξονα που ενισχύει τη ροή και την εμπειρία του περιπατητή. Οι τρεις σχεδιαστικές «εξάρσεις» με τη μορφή προβλητών λειτουργούν ως εστίες κοινωνικής και οπτικής εκτόνωσης, αλλά και ως νέες αστικές πλατφόρμες που επιτρέπουν την άμεση επαφή με το υγρό στοιχείο.
Ο σχεδιασμός οργανώνει τις κινήσεις, τη στάση και την αναψυχή μέσω ενός αρθρωτού συστήματος χρήσεων, προσαρμοσμένων στις «γειτονιές» του μετώπου. Η αρχιτεκτονική πρόταση αντλεί αναφορές από την ιστορική χρήση της περιοχής, ενσωματώνοντας σύγχρονες εκδοχές παραδοσιακών στοιχείων, όπως πέργκολες σκίασης, και αξιοποιεί υλικά φιλικά προς το περιβάλλον. Τοπικά φυτικά είδη με αντοχή στην παράλια ατμόσφαιρα ενισχύουν τη φυσική ταυτότητα του χώρου. Παράλληλα, το μέτωπο εμπλουτίζεται με αστικό εξοπλισμό, καθιστικά και φυτεύσεις που οργανώνουν λειτουργικά τους κοινόχρηστους χώρους, προσφέροντας άνεση καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Το παραλιακό μέτωπο μετατρέπεται σε ένα σύγχρονο, βιώσιμο τοπόσημο που προσφέρει μια ποικιλία εμπειριών: περιπάτους δίπλα στο κύμα, χαλάρωση σε χώρους σκίασης, πρόσβαση στη θάλασσα για κολύμπι, και κοινωνικές ή αθλητικές δραστηριότητες σε δημόσιες πλατείες και πράσινες ζώνες. Η επιλογή διαφορετικών υλικότητων, σκληρών και ήπιων, ανάλογα με τη χρήση και τη στάθμη του χώρου, ενισχύει την ποικιλομορφία και την αίσθηση του τόπου. Ολόκληρη η πρόταση συγκροτεί ένα ενιαίο και ταυτόχρονα πολυεπίπεδο αφήγημα για τον δημόσιο χώρο δίπλα στη θάλασσα.
Αναλυτικά
Η συνθετική ιδέα της πρότασης χαρακτηρίζεται από την πρόθεση για ενοποίηση του μετώπου, μέσω της διάσπασης της «στείρας» υφιστάμενης ευθείας γραμμής του παραλιακού μετώπου όπως είναι σήμερα, η οποία λειτουργεί ως φραγμός. Αυτό επιτυγχάνεται με την επαναδιατύπωση της σχέσης μεταξύ της παραλίας και του αστικού τμήματος μέσω ενός συστήματος τεθλασμένων και καμπύλων γραμμών που δημιουργούν νέες χωρικές ποιότητες στο δημόσιο χώρο προς όφελος των χρηστών.
Επιχειρείται η αναβάθμιση της προσβασιμότητας προς τη θάλασσα με τη δημιουργία ενός ενιαίου θαλάσσιου μετώπου που οργανώνει ένα σύνολο χρήσεων και λειτουργιών, με σκοπό την ισόρροπη αξιοποίηση και επέκταση της σημασίας του, μέσα από τη δημιουργία πολλαπλών κέντρων ενδιαφέροντος. Ταυτόχρονα επιδιώκεται η προσβασιμότητα όλων με την αδιάκοπη κίνηση πεζών, ΑμεΑ. και ποδηλάτου σε όλο το μήκος του μετώπου, σε μια διαδρομή που ξετυλίγεται σαν κορδέλα κατά μήκος του μετώπου, η οποία διατρέχει όλα τα επίπεδα της πρότασης.
Μέσα από την συνθετική προσέγγιση, επιδιώκεται η κατάργηση του τεχνητού ορίου της σημερινής ενιαίας προβλήτας που περιορίζει την κίνηση μόνο πάνω από την παραλία, η οποία δεν επιτρέπει την προσέγγιση προς την ακτή και τη θάλασσα, παρά μόνο από κάποιες κλίμακες κατά μήκος του μετώπου. Η πρόταση προσπαθεί, μέσω της δημιουργίας επιμέρους επιπέδων, να εξομαλύνει την υψομετρική διαφορά, όπου υπάρχει και να κάνει πιο ομαλή την προσέγγιση στο φυσικό στοιχείο του αιγιαλού και της παραλίας, από τους πεζούς, τους ανθρώπους με αναπηρία και το ποδήλατο.
Για την ανάπτυξη της πρότασης λήφθηκε υπόψη η όσο το δυνατόν ισόρροπη αξιοποίηση του μετώπου. Σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν οι διαφορετικές χρήσεις των «γειτονιών» του παραλιακού μετώπου, που προσάρμοσαν την ανάπτυξη του σχεδιασμού στους υπάρχοντες κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους του σχεδίου πόλης, στην ανάπτυξη εποχιακών χρήσεων κοντά στις περιοχές κατοικίας, στην χωροταξική οργάνωση των αναγκών των καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος και την ομαλή ενοποίηση των παραπάνω χρήσεων με τη θάλασσα.
Προτείνονται τρεις εξάρσεις – προβλήτες, ως βασική σχεδιαστική χειρονομία. Αρχικά στην εκκίνηση του μετώπου και συγκεκριμένα μετά την πεζογέφυρα του ρέματος «Ξηριά», ακολούθως στο ύψος του πεζοδρόμου Γ. Παπανδρέου και στο τέλος περίπου του παραλιακού μετώπου. Οι προβλήτες εκτονώνουν προς τη θάλασσα τη συνέχεια των χρήσεων του αστικού ιστού. Παράλληλα λειτουργούν ως διαπλατύνσεις του δημόσιου χώρου σε χαρακτηριστικούς άξονες όπου υπάρχει ανάγκη για κάτι τέτοιο, όπως στην αρχή του παραλιακού μετώπου στην εκβολή της πεζογέφυρας δημιουργώντας έναν γενναίο δημόσιο χώρο που σε καλωσορίζει στο μέτωπο, ή στον πεζόδρομο της Γ. Παπανδρέου που αποτελεί σημαντικό άξονα για το μέτωπο και την πόλη.
Πιο συγκεκριμένα ο σχεδιασμός διατυπώνει έναν γενναίο ελεύθερο χώρο που αποτελεί εκτόνωση της πεζογέφυρας στην αρχή του παραλιακού μετώπου και λειτουργεί ως έναρξη της οργάνωσης των κινήσεων πεζών, ΑμεΑ. και οχημάτων μικροκινητικότητας κατά μήκος του μετώπου. Ο ελεύθερος χώρος εισχωρεί στη θάλασσα μέσω μιας προβλήτας που ενσωματώνει εκτεταμένα καθιστικά, τα οποία δίνουν οπτικές φυγές προς όλο το παραλιακό μέτωπο. Ταυτόχρονα στην επιφάνεια της προβλήτας δημιουργείται τοπικά μια ασυνέχεια φόρμας και υλικού που μετατρέπει τη θάλασσα σε προσβάσιμη κολυμβητική δεξαμενή για μικρούς και μεγάλους από το επίπεδο της προβλήτας.
Στη συνέχεια ξεδιπλώνονται τα δύο επίπεδα κίνησης και στάσης, το πιο αστικό στο επίπεδο του δρόμου, το οποίο αποτελείται από πιο σκληρές υλικότητες, αλλά και ζώνες πρασίνου με καθιστικά και σκιάσεις. Το δεύτερο επίπεδο αναπτύσσεται στη στάθμη της παραλίας με πιο ήπια υλικότητα και οργανώνει τόσο την παραμονή των λουόμενων και τη χρήση της παραλίας, όσο και τις κινήσεις σε αυτό το επίπεδο.
Τα δύο επίπεδα συνδέονται πολλαπλά μεταξύ τους με ράμπες κίνησης και κλίμακες – καθιστικά, έτσι ώστε να μη δημιουργείται φραγμός ανάμεσα στις στάθμες. Ένα τρίτο επίπεδο, αυτό της παραλίας, παραμένει προσβάσιμο σε όλο το μήκος του μετώπου, παρέχοντας ελεύθερη πρόσβαση σε κατοίκους και επισκέπτες.
Από τα μέσα του 20ου αιώνα η παραλία «Καλάμια» αποτελούσε παραθεριστική εκτόνωση των ντόπιων και επισκεπτών της περιοχής. Από φωτογραφίες της εποχής διακρίνουμε στην περιοχή πρόχειρες κατασκευές σκίασης που εξυπηρετούσαν τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος – ταβέρνες που λειτουργούσαν τότε. Ένα από τα στοιχεία της πρότασης αποτελεί η αναβίωση αυτών των στοιχείων σκίασης, «ξαναγραμμένα» με νέα υλικότητα. Το σύστημα πέργκολας, που διατρέχει μεγάλο τμήμα του μετώπου, λειτουργεί ως ένα επιπρόσθετο στρώμα πάνω από τα δύο επίπεδα κίνησης και στάσης, το οποίο εξασφαλίζει σκίαση σε καθήμενους, περιπατητές, αλλά και λουόμενους στα δύο αυτά επίπεδα.
Για την διατύπωση ενός ενιαίου λεξιλογίου στο δημόσιο χώρο, σχεδιάστηκε αστικός εξοπλισμός με καθιστικά, τραπέζια και ξαπλώστρες, τα οποία σε συνδυασμό με τη φύτευση και τη σκίαση οργανώνουν την ανάπτυξη του εξοπλισμού των καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος όλες τις εποχές του χρόνου.
Ο πεζόδρομος Γ. Παπανδρέου εξελίσσεται σε ένα νέο τοπόσημο για την περιοχή καθώς «επεκτείνεται» μέσα στη θάλασσα με τη δημιουργία μιας προβλήτας που αποτελεί συνέχεια και εκτόνωση του αναβαθμισμένου πεζοδρόμου, οδηγώντας τον περιπατητή προς το νερό. Η προβλήτα αναπτύσσει σε ήπια κλίση υπερυψωμένα καθιστικά στο πέρας της, τα οποία εξασφαλίζουν οπτικές φυγές από την πλευρά της θάλασσας προς τη στεριά, ενώ ταυτόχρονα διατάσσονται επιπλέον εκτεταμένα καθιστικά ενατένισης του θαλάσσιου ορίζοντα. Επίσης μια ασυνέχεια της ξύλινης προβλήτας δίνει τη δυνατότητα σε μικρούς και μεγάλους να κατεβούν ως το επίπεδο της θάλασσας, σε προστατευόμενο χώρο, χωρίς να εμποδίζονται από διερχόμενα και σταθμευμένα σκάφη.
Το υγρό στοιχείο επιλέγεται να εισχωρήσει στον πεζόδρομο της Γ. Παπανδρέου με τη μορφή ενός αβαθούς σιντριβανιού που δύναται να γεμίζει και να αδειάζει σε καθορισμένο χρόνο και σε συγκεκριμένες εποχές του χρόνου, αφήνοντας ελεύθερο χώρο στους διερχομένους και τους καθήμενους όταν είναι άδειο από νερό. Σε συνδυασμό με την προβλήτα δημιουργείται ένας καθαρός χώρος πλατείας σε σχήμα γάμα που αποτελεί το επίκεντρο του παραλιακού μετώπου με καθιστικά και ζώνη πρασίνου.
Στην παραπάνω περιοχή δεν εισέρχεται το αυτοκίνητο, το οποίο, στη συνέχεια του μετώπου, διοχετεύεται σε δρόμο ήπιας κυκλοφορίας που αναπτύσσεται κατά μήκος του παραλιακού μετώπου με καθορισμένες εγκάρσιες θέσεις στάθμευσης, και παράλληλη ζώνη πρασίνου με κίνηση ποδηλάτου και πεζού. Ο δρόμος ήπιας κυκλοφορίας δεν αποτελεί εμπόδιο στη κινητικότητα, καθώς δίπλα σε αυτόν συνεχίζουν να αναπτύσσονται ζώνες πρασίνου, καθιστικά και προσβάσεις στα δύο ξεχωριστά επίπεδα κίνησης και στάσης.
Το θαλάσσιο μέτωπο, εμπλουτίζεται με ένα νέο τοπόσημο, καθώς αλληλοσυνδέεται και συναντά έναν κοινόχρηστο χώρο της πόλης, στον οποίο αναπτύσσονται αθλητικές εγκαταστάσεις και ελεύθερος χώρος πρασίνου. Ο ελεύθερος χώρος για κατοίκους και επισκέπτες ανοίγεται προς το θαλάσσιο μέτωπο, με χρήσεις παιχνιδιού, υπαίθριου γυμναστηρίου και οργανωμένων γηπέδων. Κάποιες από τις κινήσεις, όπως του ποδηλάτου και των πεζών εισχωρούν σε αυτόν τον ελεύθερο χώρο και χαράσσουν διαδρομές που έρχονται σε επαφή με το φυσικό στοιχείο και τη φύτευση.
Η εκτόνωση αυτού του χώρου προς τη θάλασσα γίνεται με τη δυτική προβλήτα που αναπτύσσει καθιστικά, μια επιφάνεια σε επαφή με το νερό αλλά και λειτουργία αγκυροβολίου μικρών σκαφών.
Το ακροτελεύτιο τμήμα του μετώπου, προς τη δυτική είσοδο της πόλης, χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη του φυσικού στοιχείου τόσο στην πλευρά του αιγιαλού, όσο και στο αμιγώς χερσαίο τμήμα του. Η πράσινη ζώνη που προβλέπεται στο σχέδιο πόλης ενθαρρύνει την ανάπτυξη της κίνησης του πεζού και την μεταφορά του αυτοκινήτου σε παράλληλη οδό για παράδειγμα στην «Παλαιμόνος», εφόσον διανοιχθεί ή στην οδό «Πατρών» που οδηγεί στη δυτική έξοδο της πόλης. Η κίνηση του πεζού αναπτύσσεται μέσα στο φυσικό στοιχείο και στο επίπεδο του αιγιαλού σε υπερυψωμένη εξέδρα που αφήνει αναλλοίωτη την παραλία από κάτω, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει στον πεζό να κινηθεί χωρίς εμπόδια έως το τέλος του παραλιακού μετώπου.
Υλικότητα της πρότασης
Τα υλικά που χρησιμοποιούνται στην πρόταση αντανακλούν ιδιαίτερα τη λειτουργία των δύο επιπέδων. Το επίπεδο που βρίσκεται στο ύψος του αστικού ιστού διαμορφώνεται από πιο σκληρά υλικά όπως διαφορετικοί τύποι κυβόλιθων, διάτρητα και συμπαγή τσιμεντοπροϊόντα που διαστρώνονται σε χαρακτηριστικά καμπυλοειδή μοτίβα – γραμμές που διατρέχουν με διαμήκη τρόπο χαρακτηριστικά σημεία του μετώπου. Τα ρευστά μοτίβα προτρέπουν τον περιπατητή να διασχίσει το παραθαλάσσιο μέτωπο και να ενισχύουν την κίνηση. Επίσης χρησιμοποιούνται ως επενδύσεις στους τοίχους ανάσχεσης και σε κάποια καθιστικά ορθογωνικά πλακίδια τερακότας.
Στο χαμηλότερο επίπεδο η υλικότητα γίνεται πιο μαλακή, αξιοποιώντας το ξύλινο ντεκ για τα δάπεδα, τις ράμπες κίνησης, αλλά και τον αστικό εξοπλισμό όπως ξαπλώστρες και καθιστικά. Η υλικότητα στις πέργκολες φύτευσης χαρακτηρίζεται από ελαφρά, λευκά, μεταλλικά στοιχεία που μπορούν να ανταποκριθούν στατικά παραλαμβάνοντας τα φορτία μεγάλων προβόλων για τη σκίαση, με σχετικά λεπτές διατομές. Το λευκό χρώμα εξασφαλίζει στη μεταλλική κατασκευή ανακλαστικότητα και μη απορροφητικότητα της ηλιακής ακτινοβολίας κατά τους θερινούς μήνες. Στο χώρο των αθλητικών εγκαταστάσεων προτείνεται εκτεταμένη έκταση από πατημένο χώμα, καθώς και χρωματιστό ταρτάν.
Φυτεύσεις
Οι ζώνες πρασίνου διατρέχουν σχεδόν όλο το παραλιακό μέτωπο σε καθορισμένα τμήματα με χαμηλή και ψηλή φύτευση. Στο πιο αστικό τμήμα οι ζώνες αυτές περιστοιχίζονται σε κάποιες περιπτώσεις από καθιστικά και στηθαία. Οι ζώνες με τα διάτρητες πλάκες φυτεύονται, αλλά ταυτόχρονα είναι βατές. Η προτεινόμενη φύτευση εμπεριέχει δέντρα αειθαλή και φυλλοβόλα με μεγάλη αντοχή στην αλμύρα και στα υδροσταγονίδια της θάλασσας. Συγκεκριμένα διατηρούνται και μεταφυτεύονται τα Αρμιρίκια – Tamarix parviflora που ήδη υπάρχουν στην περιοχή.
Σε συγκεκριμένα τμήματα του παραλιακού μετώπου η φυσική ομορφιά διατηρείται και επεκτείνεται με συντεταγμένη δενδροφύτευση. Η ιδιότητά που έχουν τα ακόλουθα ήδη δέντρων να φυτεύονται ακόμα και δίπλα στη θάλασσα οδήγησε στην επιλογή φύτευσης για τα διάφορα τμήματα του μετώπου της Καλλωπιστικής δαμασκηνιάς – Prunus cerasifera, της Ακακίας ροβίνια – Robinia pseudoacacia, του Πλατάνου Καναδά – Platanus acerifolia, του Πεύκου – Pinus halepensis.
ENG
PROPOSAL AT ARCHITECTURE COMPETITION OF REDEVELOPMENT OF THE SEAFRONT IN THE "KALAMIA" AREA OF CORINTH
Organizing Authority: Municipality of Corinth
Architectural design: Ioannis Panagiotou Msc-PGDip,
Vasilia Milioni Dipl. Eng.
Anastasios Balatsoukas Dipl. Eng. / MSc
Christina Tsartsaraki Dipl. Eng.
Landscape architect: Kelly Papaioannou
Location: Kalamia of Corinth, Corinthos, Greece
Υear: 2025
The integrated concept behind the proposal is characterized by the intention to unify the coastal front through the segmentation of its "rigid" existing straight line, which currently acts as a barrier. This is achieved by reinterpreting the relationship between the beach and the urban section through a system of broken and curved lines that create new spatial qualities in the public area for the benefit of its users.
The aim is to enhance accessibility to the sea by creating a unified seafront that organizes a range of uses and functions, with the goal of balanced utilization and an expanded significance through the creation of multiple points of interest. At the same time, universal accessibility is pursued by ensuring continuous movement for pedestrians, people with disabilities, and cyclists along the entire length of the front, on a pathway that unfolds like a ribbon and spans all levels of the proposal.
Through the synthetic approach, the aim is to eliminate the artificial boundary of the current unified pier that limits movement solely above the beach, preventing direct access to the shore and the sea except through a few staircases along the front. The proposal seeks, through the creation of distinct levels, to smooth out the elevation differences where they exist and facilitate a more seamless approach to the natural element of the coastline and the beach for pedestrians, people with disabilities, and cyclists.
For the development of the proposal, careful consideration was given to achieving the most balanced utilization of the seafront possible. The different functions of the “neighborhoods” along the coastal front played an important role, adapting the design to the existing public and communal spaces of the city plan, to the development of seasonal uses near residential areas, to the spatial organization of the needs of health-related establishments, and to the smooth integration of these uses with the sea.
Three spikes - piers – are proposed as a fundamental design gesture. Initially, one is placed at the beginning of the seafront, specifically just after the pedestrian bridge over the "Xiria" stream; another is positioned at the level of G. Papandreou pedestrian street, and the third is located approximately at the end of the coastal front.
The piers extend toward the sea, maintaining the continuity of the urban fabric’s uses. At the same time, they function as extensions of the public space along key axes where such an approach is needed for example, at the beginning of the coastal front, at the exit of the pedestrian bridge, creating a bold public space that welcomes you to the front, or along the G. Papandreou pedestrian street, which serves as an important axis for both the seafront and the city.
More specifically, the design articulates a bold open space that serves as an extension of the pedestrian bridge at the beginning of the coastal front and functions as the starting point for organizing pedestrian, accessibility, and micro-mobility vehicle movements along the front. The open space extends into the sea via a pier that incorporates extensive seating areas, offering visual escapes across the entire coastal front. At the same time, on the surface of the pier, a local discontinuity in form and material is created, which transforms the sea into an accessible swimming pool for both the young and the old from the level of the pier.
Next, the two layers of movement and rest unfold. The more urban layer consists of harder materials, as well as green zones with seating areas and shading. The second layer develops at the beach level with a softer materiality, organizing both the stay of swimmers and the use of the beach, as well as the movements within this level.
The two layers are interconnected through multiple ramps and staircase-seating areas, ensuring that no barrier is created between them. A third level, the beach itself, remains accessible along the entire waterfront, providing free access to both residents and visitors.
Since the mid-20th century, the "Kalamia" beach has served as a summer retreat for locals and visitors. Archival photographs from that era reveal makeshift shading structures that catered to the needs of taverns and other hospitality establishments. One of the key elements of this proposal is the revival of these shading structures, reinterpreted with modern materials. The pergola system, extending along a significant portion of the waterfront, acts as an additional layer above the two levels of movement and rest, providing shade for seated visitors, pedestrians, and beachgoers alike.
For the formulation of a unified vocabulary in the public space, urban furniture was designed, including seating areas, tables, and sunbeds. These, in combination with planting and shading, organize the expansion of the equipment for hospitality establishments throughout the year.
The pedestrian street of G. Papandreou evolves into a new landmark for the area as it "extends" into the sea with the creation of a pier, which serves as an extension and outlet of the upgraded pedestrian street, leading the walker towards the water. The pier develops elevated seating areas at its end, gently sloping, which provide visual escapes from the sea side towards the land, while additional extended seating areas are arranged for viewing the sea horizon. Furthermore, a discontinuity in the wooden pier allows both children and adults to descend to the sea level, in a protected area, without being obstructed by passing or parked boats.
The water element is chosen to penetrate the pedestrian street of G. Papandreou in the form of a shallow fountain, which can be filled and emptied at specific times and seasons, leaving free space for passersby and sitters when it is empty of water. In combination with the pier, a clear “L” shaped plaza area is created, serving as the focal point of the waterfront, with seating and green zone.
In the above area, cars do not enter. Instead, traffic is directed to a low-traffic road that runs along the waterfront, with designated parking spaces and a parallel green zone for cycling and pedestrian movement. The low-traffic road does not hinder mobility, as green zones, seating areas, and access points to the two separate levels of movement and stopping continue to develop alongside it.
The waterfront is enriched with a new landmark, as it interconnects and meets a public space of the city, where sports facilities and open green space are developed. The open space for residents and visitors extends towards the waterfront, with areas for play, outdoor gym, and organized sports courts. Some movements, such as cycling and pedestrian paths, enter this open space, creating routes that interact with the natural elements and planting.
The expansion of this space towards the sea is achieved through the western pier, which features seating areas, a surface in contact with the water, and also serves as a docking area for small boats.
The terminal section of the waterfront, towards the western entrance of the city, is characterized by the development of the natural element both on the beachside and on the purely land-based section. The green zone planned in the city plan encourages pedestrian movement and the rerouting of traffic to a parallel road, for example, the "Paleimonos" street, if it is opened, or the "Patras" street, which leads to the western exit of the city. Pedestrian movement is developed within the natural element and at the level of the shoreline on an elevated platform that leaves the beach below unchanged, while also allowing pedestrians to move freely without obstacles to the end of the waterfront.
Materiality of the proposal
The materials used in the proposal particularly reflect the function of the two levels. The level at the height of the urban fabric is formed by harder materials such as different types of cobblestones, perforated and solid concrete products that are laid out in characteristic curved patterns – lines that run longitudinally through key points of the frontage. The fluid patterns encourage the pedestrian to cross the seaside frontage and enhance the movement. Additionally, terracotta rectangular tiles are used as cladding on retaining walls and in some seating areas.
At the lower level, the materiality becomes softer, utilizing wooden decking for the floors, movement ramps, as well as urban furniture such as loungers and seating. The materiality of the planting pergolas is characterized by light, white, metallic elements that can statically support the loads of large cantilevers for shading, with relatively thin cross-sections. The white color ensures that the metallic structure is reflective and does not absorb solar radiation during the summer months.
In the area of the sports facilities, an extensive surface of compressed soil is proposed, as well as colored tartan.
Plantings
The green zones run along almost the entire coastal front in defined sections with both low and tall plantings. In the more urbanized sections, these zones are occasionally surrounded by seating areas and railings. The areas with perforated slabs are planted, but also accessible. The proposed planting includes evergreen and deciduous trees with high resistance to salt and seawater spray. Specifically, the existing Tamarix parviflora (Tamarisk trees) in the area are preserved and transplanted.
In specific sections of the coastal front, the natural beauty is preserved and extended through coordinated tree planting. The ability of the following tree species to be planted even near the sea led to their selection for various sections of the coastline: Ornamental Plum – Prunus cerasifera, Black Locust – Robinia pseudoacacia, Canada Plane Tree – Platanus acerifolia, and Aleppo Pine – Pinus halepensis.
P9 Arch Studio
P. Mela 9, Larissa, Greece